Το έργο Feelings (2018-2118), του Μανώλη Δασκαλάκη – Λεμού (1989, Αθήνα), είναι μια γλυπτική εγκατάσταση από κολόνες, κατασκευασμένες με βιομηχανικό πλέγμα και θραύσματα μαρμάρου που μοιάζουν με ανεπτυγμένα τρισδιάστατα διαγράμματα στον χώρο. Ο καλλιτέχνης, σε συνεργασία με μια ομάδα ερευνητών που ασχολούνται με την τεχνητή νοημοσύνη (AI), στοχάζεται πάνω στις εφαρμογές της, καθώς και στις δυνατότητες που προσφέρουν τα νευρωνικά δίκτυα και η μηχανική μάθηση (deep learning) στην τέχνη, προσεγγίζοντας την καλλιτεχνική πράξη που εκτείνεται πέρα από το πεδίο της ανθρώπινης δραστηριότητας. Κατασκευάζει ένα έργο μνημειακών διαστάσεων που συνομιλεί με αρχιτεκτονικά στοιχεία του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, εργοτάξια, ερείπια του μοντερνισμού (υλικά και εννοιολογικά) και αρχαιολογικά μνημεία.
Η σειρά Commons (2013) του Πέτρου Μώρη (1886, Λαμία) αποτελείται από συνθέσεις κεραμικών πλακιδίων μωσαϊκών πάνω σε δομικά πάνελ. Βασική πηγή αυτών υπήρξαν ανοιχτά αρχεία με διανυσματικά γραφήματα, ψηφιακό υλικό που αντικατοπτρίζει μια νοοτροπία κατανομής και προσβασιμότητας στην σύγχρονη παραγωγή, ενώ συνιστούν και τα ίδια ιδιαίτερη ψηφιακή πολιτιστική κληρονομιά. Τονίζοντας τη διαδικαστική φύση της τεχνικής του μωσαϊκού, τα έργα της σειράς Commons παραμένουν αποσπασματικά, μεταξύ αναπαράστασης και αφαίρεσης. Μοιάζουν ταυτόχρονα με εν εξελίξει έργα και με σύγχρονα ερείπια, ενώ αναφέρονται σε μια ελλειπτική διαδικασία μετάφρασης ψηφιακού υλικού.
Το έργο της Μαλβίνας Παναγιωτίδη (1985, Αθήνα) Answers without questions (2019) αποτελείται από 20 γλυπτά μερών σώματος που σχηματίζουν ένα πλήρες σώμα. Είναι εμπνευσμένο από το επικό «Pharsalia» του Ρωμαίου ποιητή Λουκάν, στο οποίο η μάγισσα Εριχθώ, χρησιμοποιώντας ευρεθέντα μέρη σώματος, προβλέπει το μέλλον. Σε μια αντίστροφη χειρονομία, 20 μέρη του σώματος μορφοποιούνται με κερί, χρησιμοποιώντας εκμαγεία του σώματος της καλλιτέχνιδας που έχουν καεί και μεταμορφωθεί. Με τη χρήση του χαλκού, το κερί λιώνει, αφήνοντας τα μεταλλικά μέρη να συναρμολογηθούν. Αυτό το νέο σώμα μπορεί να παρέχει μόνο ερωτήσεις και όχι απαντήσεις για το μέλλον.
Η Κατερίνα Κομιανού (1984, Αθήνα) στο έργο She stands alone (2019) στοχάζεται πάνω στις γλυπτικές ιδιότητες αλλά και στη μεταφορική χρήση των υλικών της. Παρατηρεί την αποτύπωση της συλλογικής μνήμης της πόλης της Αθήνας, στους δημόσιους χώρους και ανταποκρίνεται γλυπτικά σε αυτή. Επιλέγει τα σημεία αναφοράς της, γλυπτά από τον δημόσιο χώρο, φυτά και αρχιτεκτονικά θραύσματα, ακολουθώντας τον αστικό παλμό. Φορτισμένα με προσωπικές και ιστορικές μνήμες, αντικείμενα και οργανικά υλικά όπως φύλλα και κλαδιά, επαναφέρουν στο προσκήνιο τη μνήμη της πόλης, όχι απαραίτητα με μνημειακούς όρους αλλά δίνοντας πρόσβαση στην ιστορία που διαμορφώνεται στο παρόν.
Ο Δημήτρης Εφέογλου (1986, Δράμα) στη σειρά έργων Amplitude κινείται γύρω από διαφορετικές μορφές αφαίρεσης, στα όρια ζωγραφικής και εγκατάστασης. Η χρωματική πυκνότητα των έργων του, αποτελεί την αρχή μιας διαδρομής προς αποτύπωση αλλοιωμένων χώρων, αχαρτογράφητων περιοχών. Η μέθοδος κατασκευής διαγράφει τα ίχνη αναπαράστασης και η αφήγηση πλάθεται αποκλειστικά από τη χειρονομία. Η διαδικασία παραγωγής ολοκληρώνεται σε βάθος χρόνου, με μια σειρά από γλυπτικές μετατροπές της χάρτινης επιφάνειας που διευρύνουν την αντίληψή μας για τη ζωγραφική. Το έργο αφηγείται την ιστορία της κατασκευής του, μέσα από τη συνύφανση της οπτικής και απτικής πληροφορίας. Αναπτύσσεται σαν ηχητικό μοτίβο, μέσω της ρυθμικής και επαναλαμβανομένης κίνησης του χεριού του καλλιτέχνη, δημιουργεί εντάσεις και παύσεις, πάλλεται και φθάνει στα όρια της φθοράς του.